γάγγλια

γάγγλια
Ο όρος γ. χρησιμοποιείται στην ιατρική για να περιγράψει τις ομάδες πολυαξονικών νευρώνων που περιβάλλονται από κάψα χαλαρού συνδετικού ιστού και εντοπίζονται έξω από το κεντρικό νευρικό σύστημα. Διακρίνονται στα παρασυμπαθητικά και συμπαθητικά και παίζουν σημαντικό ρόλο στο έργο του αυτόνομου νευρικού συστήματος, δηλαδή τη μεταφορά νευρικών ερεθισμάτων στην καρδιά, στους λείους μυς και στους αδένες. Με τον όρο γ. περιγράφονται επίσης τα ζεύγη ομάδων νευρικών κυττάρων που εντοπίζονται κάτω από τον φλοιό, βαθιά μέσα στη λευκή ουσία του κυρίως εγκεφάλου και στο πάνω εγκεφαλικό στέλεχος. Περιλαμβάνουν το ραβδωτό σώμα, την ωχρή σφαίρα, τη μέλανα ουσία και τον υποθαλάμιο πυρήνα. Ελέγχουν σύνθετα πρότυπα κινήσεων, όπως το περπάτημα. Νευρικά κύτταρα από όλα τα τμήματα του εγκεφαλικού φλοιού, στέλνουν νευρικές ίνες στα βασικά γ. Αυτά μεταβιβάζουν σήματα πίσω στον φλοιό μέσω του θαλάμου, για να ρυθμίσουν τις κινητικές λειτουργίες του φλοιού. Διαταραχές στα βασικά γ. φέρονται ως υπεύθυνες για τη χορεία, τη νόσο του Πάρκινσον κλπ. Τέλος, ως γ. αναφέρονται οι μικρές ωοειδείς δομές κατά μήκος των λεμφικών αγγείων που ονομάζονται συνηθέστερα λεμφαδένες.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • γαγγλία — γαγγλίον encysted tumour on a tendon neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νευροφυτικό σύστημα — Σχηματίζεται από δύο βασικά συστήματα: το συμπαθητικό και το παρασυμπαθητικό· έργο του είναι να ρυθμίζει τη δραστηριότητα των ζωικών λειτουργιών του οργανισμού. Από πολλούς επιστήμονες θεωρείται αυτόνομο νευρικό σύστημα, γιατί στην άσκηση της… …   Dictionary of Greek

  • κεφαλόποδα — Μία από τις επτά ομοταξίες των μαλακίων. Περιλαμβάνει ζώα με αμφίπλευρη συμμετρία, τα πιο εξελιγμένα μέσα στο φύλο των μαλακίων. Τα κ. κατατάσσονται σε επτά υφομοταξίες, από τις οποίες μόνο δύο περιλαμβάνουν σύγχρονους αντιπροσώπους· αυτές είναι… …   Dictionary of Greek

  • Άρβιντ — (ArvidCarlsson,Ουψάλα,Σουηδία1923–). Σουηδός επιστήμονας της φαρμακολογίας. Σπούδασε ιατρική στο πανεπιστήμιο της Λουντ στη Σουηδία, όπου εκπόνησε και τη διδακτορική του διατριβή. Το 1959 ανακηρύχθηκε καθηγητής φαρμακολογίας στο πανεπιστήμιο του… …   Dictionary of Greek

  • νευρικό σύστημα — Σύστημα οργάνων στα ζώα και στους ανθρώπους με το οποίο πραγματοποιείται η επαφή του οργανισμού με το περιβάλλον και με το οποίο αλληλοσυνδέονται τα όργανα μεταξύ τους και συντονίζονται οι λειτουργίες του σώματος. κεντρικό ν.σ. Στην κοιλότητα που …   Dictionary of Greek

  • γάγγλιο — το μικρό ογκίδιο, εξόγκωμα, που παρατηρείται σε ορισμένα λεμφικά αγγεία και νεύρα: Λεμφικά γάγγλια. – Νευρικά γάγγλια …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Αμφίνευρα — (ampineura). Ομοταξία μαλακίων. Περιλαμβάνει τα πιο πρωτόγονα μαλάκια, που μοιάζουν χαρακτηριστικά με τους δακτυλιοσκώληκες. Ζουν στις ακτές της θάλασσας και σε διάφορα βάθη από 2.000 4.000 μ. Έρπουν πάνω στα στερεά αντικείμενα του πυθμένα ή… …   Dictionary of Greek

  • έρπης — Ιογενής πάθηση του δέρματος και των βλεννογόνων, που χαρακτηρίζεται από φυσαλιδώδες εξάνθημα. Διακρίνεται στον απλό έ. και στον έ. ζωστήρα. Ο απλός έ. είναι ιδιαίτερα συχνή νόσος, που προσβάλλει κατά προτίμηση τις περιοχές γύρω από το στόμα, τη… …   Dictionary of Greek

  • γαγγλιακός — ή, ό αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στα γάγγλια …   Dictionary of Greek

  • εγκέφαλος — Το ανώτερο και πιο ανεπτυγμένο τμήμα του νευρικού συστήματος, που βρίσκεται στην κοιλότητα του κρανίου. Η μακροσκοπική εικόνα του ε. είναι μαλακή μάζα γκριζωπού και λευκού ιστού με έντονα πτυχωμένη επιφάνεια. Για περιγραφικούς λόγους, ο ε. συχνά… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”